Ο Παναγής Βαλλιάνος, γόνος εξέχουσας εμπορικής οικογένειας από την Κεφαλονιά, έχει περιγραφεί από την επιφανή ναυτιλιακή ιστορικό Τζελίνα Χαρλαύτη ως «ο πρώτος Έλληνας μεγιστάνας της ναυτιλίας» και ως «ο Ωνάσης της εποχής του».
Ακόμη και οι λαμπροί Χιώτες εφοπλιστές του 20ου αιώνα τον αναγνώριζαν ως έναν «πατριάρχη της Ελληνικής ναυτιλίας».
Τα πρώτα χρόνια
Το έκτο από οκτώ παιδιά, μπάρκαρε σε πρώιμη ηλικία και αργότερα ακολούθησε τον μεγαλύτερο αδελφό του Μαρίνο (Μαρή) στο Ταγκανρόκ στην Αζοφική θάλασσα. Ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι ως έμποροι σιτηρών και μεταφορείς, μονοπωλώντας μερικές φορές τις εξαγωγές σίτου από την Ρωσία.
Πρωτοστάτησαν σε εμπορεύσιμες συμβάσεις σιτηρών και επίσης βοήθησαν στην χρηματοδότηση άλλων Ελλήνων εμπόρων, παρέχοντας τους επίσης την μεταφορά για τα φορτία τους. Άλλος ένας εκ των αδελφών, ο Ανδρέας, εγκαταστάθηκε στο Γαλλικό λιμάνι της Μασσαλίας.
Παντρεύτηκε γύρω στα 30 του, αλλά η σύζυγός του Κάτα και ο μοναχογιός του πέθαναν κι οι δύο νέοι. Έκτοτε, φαίνεται πως επικεντρώθηκε πρωτίστως στην δουλειά του.
Η μετεγκατάσταση στο Λονδίνο
Σε ηλικία 44 ετών, το 1858, ο Παναγής Βαλλιάνος μετεγκαταστάθηκε στο Λονδίνο και ίδρυσε την εταιρία Αδελφοί Βαλλιάνου με γραφεία στο City του Λονδίνου. Ήταν το μεσοδιάστημα της ζωής του και αποδείχτηκε καίριο στην επιρροή και στην επιτυχία της οικογένειας.
Στην δεκαετία του 1860, το πρακτορείο Αδελφοί Βαλλιάνου ήταν το πρώτο εκ των ελληνικών ναυτιλιακών γραφείων του Λονδίνου και παρείχε ένα πρότυπο για μερικά από τα πιο σημαντικά γραφεία Ελληνικής εκπροσώπησης του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, όπως αυτό της εταιρίας Ρεθύμνη και Κουλουκουντή, το οποίο έγινε αγωγός για την διεθνοποίηση της Ελληνικής ναυτιλίας.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα η ελληνόκτητη επιχείρηση αναγνωρίσθηκε ως φερέγγυα αντισυμβαλλόμενη από μερικά από τα πιο σπουδαία Βρετανικά ιδρύματα. Ο Βαλλιάνος εμπορεύθηκε στο Baltic Exchange και διέθετε τραπεζικό λογαριασμό στην Τράπεζα της Αγγλίας.
Τα εφοπλιστικά του κατορθώματα ήταν αξιοσημείωτα και καθοριστικά στην αύξηση της περιουσίας του ομίλου. Ο στόλος του Βαλλιάνου πολλαπλασιάστηκε σε 25 ιστιοφόρα πλοία μέσα σε 10 χρόνια από την άφιξη του στο Λονδίνο και στα 1880 έφτασε να αριθμεί 40 πλοία, ένας εκ των μεγαλύτερων της εποχής του.
Η στροφή στα ατμόπλοια
Το 1870, το πρώτο μικρό ατμόπλοιο είχε αγοραστεί και ονομάστηκε Κεφαλονιά, προς τιμήν της ιδιαίτερης πατρίδας της οικογένειας, παρά το γεγονός ότι το 114 τόννων πλοίο είχε νηολογηθεί στην Ρουμανία.
Στην συνέχεια, επένδυσε στα ατμόπλοια με ταχείς ρυθμούς. Στα 1880, είχε υπό τον έλεγχό του περίπου το ένα πέμπτο του Ελληνικού στόλου ατμόπλοιων και η οικογένεια ήταν περί τις δύο δεκαετίες μπροστά από τους περισσότερους εκ των Ελλήνων ανταγωνιστών της που ακόμα λειτουργούσαν ιστιοφόρα πλοία. Στην 10ετία του 1890 ο στόλος αριθμούσε 20 ατμόπλοια.
Πριν από το 1910, η ελληνική νομοθεσία ήταν ιδιαίτερα περιοριστική σχετικά με τις μορφές της χρηματοδότησης και των ενυπόθηκων χρεών. Ωστόσο, από το Λονδίνο ο Βαλλιάνος είχε την δυνατότητα να συνάπτει επικερδή δάνεια που ενίσχυσαν την θέση του ομίλου, και επίσης του παρείχαν την δυνατότητα να δίνει ένα χέρι βοήθειας σε μια γενιά άλλων Ελλήνων εφοπλιστών και καπεταναίων που επιθυμούσαν να επενδύσουν σε ένα πρώτο πλοίο. Ήταν ικανότατος στο να ενθαρρύνει άλλους Έλληνες πλοιοκτήτες ώστε να ενισχύσει το μέγεθος του εθνικού στόλου.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1880, ο Βαλλιάνος είχε εμπλακεί σε μια περίφημη υπόθεση η οποία κατέδειξε πόσο άνετα αισθανόταν στο υιοθετημένο σπίτι του στο City. Μήνυσε την Τράπεζα της Αγγλίας για ρευστοποίηση επιταγών που είχαν υπεξαιρεθεί από έναν απατεώνα υπάλληλο της εταιρίας. Ο Βαλλιάνος κέρδισε την υπόθεση στο εφετείο αλλά έχασε με ελάχιστη διαφορά όταν η Τράπεζα προσέφυγε στην Βουλή των Λόρδων, το τότε ανώτερο δικαστήριο της χώρας.
Περί την ίδια χρονική στιγμή, τα αδέλφια του Μαρής και Ανδρέας απεβίωσαν, αφήνοντας τον έλεγχο της οικογενειακής επιχείρησης στα χέρια του Παναγή. Διοίκησε την αυτοκρατορία έως τον θάνατό του το 1902, την χρονιά που είδε τα ατμόπλοια να ξεπερνούν τα ιστιοφόρα στον Ελληνικό στόλο.
Επιπροσθέτως στις πρώιμες επενδύσεις του Βαλλιάνου στην τεχνολογία του ατμού, η εταιρία του λειτούργησε ως πρακτορείο στο Λονδίνο για τον ευρύτερο Ελληνόκτητο στόλο. Παρείχε ένα εκτεταμένο φάσμα υπηρεσιών στους συμπατριώτες του εφοπλιστές, περιλαμβανομένης χρηματοδότησης, ναυλώσεων, ασφαλειών, ανεφοδιασμού καυσίμων και μεσίτευση αγοραπωλησιών.
Ήταν ευεργέτης και στην πατρίδα καταγωγής του την Ελλάδα και στην υιοθετημένη του πατρίδα την Αγγλία, όπου και ετάφη το 1902.
Η πλέον γνωστή δωρεά του ήταν η χρηματοδότηση της Εθνικής Βιβλιοθήκης στην Αθήνα, αλλά επίσης χρηματοδότησε γενναιόδωρα ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων σχολείων, νοσοκομείων, ορφανοτροφείων και εκκλησιών στην Κεφαλονιά. Πρόσθετα, ίδρυσε σχολεία ναυτικής εκπαίδευσης, τεχνολογίας και γεωργίας. Στην Βρετανία δώρισε χρηματικό ποσό στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Σοφίας και στο Ελληνικό κοιμητήριο της Οξφόρδης όπου και έχει ταφεί.
Μετά τον θάνατό του, το επόμενο νεότευκτο πλοίο της εταιρίας – ένα ατμόπλοιο 3.010 τόννων ναυπηγημένο από την Blair & Co στο Stockton-On-Tees – ονομάστηκε ‘Παναγής Βαλλιάνος’ προς τιμήν του. Το πλοίο αργότερα πουλήθηκε στον συνάδελφο του Έλληνα εφοπλιστή Πέτρο Νομικό και ως ‘Flora’, τορπιλίστηκε και βούλιαξε το 1940.
Παρά την επιρροή της, η εταιρία δεν επιβίωσε της απώλειας του Παναγή και η περιουσία του Βαλλιάνου μοιράστηκε ανάμεσα στα ανίψια του.