Ο Γεώργιος Κουμάνταρος γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου 1922 στο Λονδίνο και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Ελλάδα. Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Σταύρος Κουμάνταρος από την Βαμβακού Σπάρτης. Ήδη από την αρχή του 20ου αιώνα, η οικογένεια ασχολούνταν με την αλευροποιία. Ταυτόχρονα, ασχολήθηκε και με την ναυτιλία καθώς η μητέρα του Φλώρα προερχόταν από την εφοπλιστική οικογένεια των Νομικών της Σαντορίνης.
Μετακόμισε στην Αργεντινή στην διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπου ο Κουμάνταρος εργάστηκε για έναν μεγάλο έμπορο σιτηρών και επέκτεινε τις γνώσεις του στην ναυτιλία και στην αλευροποιία.
Το 1947 μετακόμισε με την οικογένειά του στην Νέα Υόρκη όπου ίδρυσε την εταιρία Southern Star Shipping Co., Inc. η οποία άρχισε να διαχειρίζεται φορτηγά πλοία και τάνκερς -αρχικά τα πρώτα Liberty και T-2 Tankers και αργότερα, πιο σύγχρονα και μεγαλύτερα πλοία.
Κατά την διάρκεια της 70ετούς σταδιοδρομίας του στην ναυτιλία δημιούργησε πολλές μακροχρόνιες εμπορικές συνεργασίες με διεθνείς εταιρίες του βιομηχανικού τομέα, όπως στον χάλυβα, αλουμίνιο, κάρβουνο, τσιμέντο και πετρέλαια. Ανέκαθεν είχε την πεποίθηση πως η ναυτιλία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της βιομηχανικής αλυσίδας και αναλόγως, πάντα φρόντιζε να προσφέρει καινοτόμες λύσεις στον τομέα των μεταφορών και εφοδιασμού.
Πρωτοστάτησε στη χρήση πλοίων με δικά τους μέσα εκφόρτωσης προς εξυπηρέτηση των βιομηχανικών του συνεργατών ενώ σχεδίασε και εφάρμοσε πρωτοποριακές μεθόδους μεταφόρτωσης σε διάφορες χώρες όπως την Γκαιάνα, την Ακτή Ελεφαντοστού, τη Γουινέα και τη Νιγηρία.
Τα εκτενή ναυπηγικά του προγράμματα δείχνουν την αγάπη του στην λεπτομέρεια, στις υψηλές προδιαγραφές και στα καινοτόμα σχέδια.
Ήδη από το 1956 έχτισε πλοία στην Ιαπωνία με τους χώρους ενδιαίτησης στην πρύμνη του πλοίου. Επίσης, υλοποίησε το όραμα του να αντικαταστήσει τις μπίγιες με μοντέρνους γερανούς και να εφοδιάσει τα πλοία του με κλειστού τύπου αρπάγες, κάτι το οποίο στις μέρες μας είναι σύνηθες για supramax και handymax πλοία. Προχώρησε στον σχεδιασμό πλοίων μικρού βυθίσματος, μεγάλου πλάτους και με ενισχυμένους γερανούς εκτεταμένου μήκους για να μπορεί να εξυπηρετεί δύσκολα λιμάνια με περιορισμένες εγκαταστάσεις και δύσκολη πρόσδεση.
Στην προσπάθειά του να προσελκύσει άξια πληρώματα κατανοούσε την αξία του να χτίζει πλοία με μεγαλύτερους και πιο άνετους χώρους για αυτά. Ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία να επισκέπτεται τα πλοία, να επιθεωρεί τα μηχανοστάσια, να ρωτά για το πρόγραμμα συντήρησης και να απαιτεί έναν καθαρό, επαγγελματικό χώρο εργασίας. Αγαπούσε να έρχεται σε επαφή με τα πληρώματα, και τα πληρώματα ανταποκρίνονταν με σεβασμό αλλά και φιλότιμο στο ήθος που συνόδευε τις πράξεις του.
Το 1960 παρουσιάστηκε η ευκαιρία να ιδρύσει αλευρομηχανία στη Νιγηρία. Κάτω από την σοφή και διορατική ηγεσία του Γεωργίου Κουμάνταρου, η εταιρία αναπτύχθηκε ραγδαία και σήμερα απασχολεί 12,000 υπαλλήλους. Με παρουσία στην χώρα για περισσότερο από 58 συναπτά έτη, έχαιρε εξαιρετικής φήμης και ιδιαίτερου σεβασμού.
Εκτός από οραματιστής επιχειρηματίας και εικόνα ακεραιότητας ο Κουμάνταρος υπήρξε δεινός ιστιοπλόος συμμετέχοντας σε αγώνες ανοιχτής θαλάσσης για πάνω από 52 χρόνια. Όταν δε, το 1996 απέκτησε το περίφημο Newport Bermuda Trophy, έχοντας έρθει πρώτος σε όλες τις κατηγορίες του αγώνα, πραγματοποίησε ένα όνειρο ζωής. Μετά θάνατον, το 2018 συμπεριελήφθη στο Αμερικανικό National Sailing Hall of Fame.