Η οικογένεια Εμπειρίκου είναι στα ναυτιλιακά επί σειρά γενεών και μπορεί να επιδείξει εξέχουσες ναυτιλιακές προσωπικότητες. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μετάβαση της ναυτιλιακής κοινότητας της Άνδρου από την εποχή της ιστιοπλοΐας στην εποχή της ατμοπλοΐας και έγινε επίσης στυλοβάτης της ελληνικής ναυτιλιακής κοινότητας του Λονδίνου.

Ο Λεωνίδας Α. Εμπειρίκος ήταν ανάμεσα στις βασικές προσωπικότητες των ενασχολήσεων της οικογένειας στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Η σταδιοδρομία του συνδύασε τα ναυτιλιακά, την πολιτική και την ίδρυση σημαντικών ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Σπούδασε εμπορικές επιστήμες στην Ρουμανία. Μαζί με τον αδελφό του Μιχαήλ, εκπαιδεύτηκε στα γραφεία του θείου του, Αλκιβιάδη Εμπειρίκου, ενός κορυφαίου εμπόρου σιτηρών κι εφοπλιστή στο πολύβουο Ρουμανικό λιμάνι σιτηρών της Braila, στις όχθες του Δούναβη.

Σύμφωνα με τον Αύγουστο Εμπειρίκο στο βιβλίο Η Ιστορία Της Οικογένειας Των Εμπειρίκων, στο ξέσπασμα του ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897 ο Λεωνίδας έτρεξε να καταταγεί στον ελληνικό στρατό. Υπηρέτησε ως δεκανέας στους μηχανικούς και αγωνίστηκε θαρραλέα στην Ήπειρο.

Έπειτα, ίδρυσε με τους αδελφούς του την ναυτιλιακή εταιρεία Αδελφοί Εμπειρίκου στη Σύρο. Το 1908 ακολούθησε η ίδρυση από τους δύο αδελφούς της Εθνικής Ατμοπλοΐας της Ελλάδος στον Πειραιά. Υπό την διοίκηση, κυρίως, του Λεωνίδα και του Μαρή, έγινε μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες των ημερών της, με στόλο αποτελούμενο από φορτηγά, επιβατηγά και υπερωκεάνια.

Η μετανάστευση από την Ελλάδα και από άλλες μεσογειακές χώρες προς την Αμερική, ήταν μια ουσιώδης κοινωνική τάση και για τις δύο πλευρές του Ατλαντικού και δυνητικά ευκαιρία για μεγάλες δουλειές. Η Εθνική Ατμοπλοΐα έγινε γνωστή για την ταχεία και απευθείας σύνδεση που παρείχε ανάμεσα στον Πειραιά και την Νέα Υόρκη.

Παρήγγειλε διάφορα εντυπωσιακά νεότευκτα επιβατηγά πλοία από βρετανικά ναυπηγεία. Η επικοινωνιακή γραμμή της εταιρείας επικεντρώθηκε στα ελληνικά πληρώματα και στον ελληνικό τρόπο εξυπηρέτησης στα πλοία, σε αντίθεση με αυτά των ξένων ανταγωνιστών. Σε διασωθείσες αφίσες απεικονίζεται ένα από τα όμορφα υπερωκεάνια με το χαρακτηριστικό «Ε» της Εμπειρίκος στα φουγάρα και είναι από τις πλέον γνωστές εικόνες της ελληνικής ναυτιλίας από τις αρχές του 20ου αιώνα.

Πολλά από τα διασωθέντα αναμνηστικά απεικονίζουν το πρώτο επιβατηγό υπερωκεάνιο, το νεότευκτο Πατρίς, με την ελληνική σημαία να κυματίζει στην πρύμνη. Το 10.000 τόνων πλοίο εγκαινιάσθηκε το 1909 και παρείχε καταλύματα οικονομικής θέσης για 1.300 επιβάτες.

Ένα δεύτερο υπερατλαντικό επιβατηγό, το 15.000 τόνων Μακεδονία, προστέθηκε στις υπηρεσίες το 1912. Στα επόμενα δύο χρόνια η εταιρεία απέκτησε άλλα δύο πολύ μεγάλα υπερωκεάνια, το 12.000 τόνων Ιωάννινα και το 14.000 τόνων Θεσσαλονίκη, το δεύτερο, ένα επιβατηγό πλοίο 2.000 επιβατών το οποίο πριν εξυπηρετούσε στις μετακινήσεις από την Βρετανία προς τις ανατολικές ακτές της Αμερικής ως μέρος του στόλου της Ellerman.

Παρά το γεγονός ότι ήταν η πιο σημαντική για την μετανάστευση από τις ναυτιλιακές εταιρείες της εποχής της, δεν ήταν η πρώτη. Της επιχείρησης Εμπειρίκου είχε προηγηθεί η ναυτιλιακή γραμμή ενός άλλου Ανδριώτη πλοιοκτήτη , η οποία ιδρύθηκε από τον Δημήτρη Μωραΐτη. Πάντως, για διάφορους λόγους, στην επιχείρηση του Μωραΐτη δημιουργήθηκαν προβλήματα και το 1914 απορροφήθηκε από την Εθνική Ατμοπλοΐα. Άλλα δύο μεγάλα υπερωκεάνια, το 15.000 τόνων Αθήναι και το 14.000 τόνων Θεμιστοκλής, προστέθηκαν στον στόλο.

Ο στόλος της εταιρίας είχε φτάσει τα επτά μεγάλα υπερωκεάνια και σύντομα θα ακολουθούσε το όγδοο, το ‘Βασιλεύς Κωνσταντίνος’, υπό κατασκευή στην Βρετανία, καθώς επίσης και αρκετά δευτερεύοντα επιβατηγά πλοία, τα οποία κάλυπταν τις τοπικές συνδέσεις και μετέφεραν τους επιβάτες στα κεντρικά λιμάνια επιβίβασης για τα υπερατλαντικά δρομολόγια. Υπήρχαν επίσης έξι φορτηγά πλοία και άλλα δύο υπό κατασκευή.

Υπολογίζεται ότι στην περίοδο των 15 χρόνων ως το 1925, η Εθνική Ατμοπλοΐα μετέφερε το 80% των Ελλήνων μεταναστών που πήγαν στην Αμερική. Η εταιρεία ήταν επιτυχής και το 1911 ήταν σε θέση να υπερδιπλασιάσει το αρχικό μετοχικό της κεφάλαιο φέρνοντας νέους μικρούς επενδυτές ώστε να βοηθηθεί η χρηματοδότηση της επέκτασή της.

Αλλά ήταν μια ασταθής περίοδος και η επιχείρηση επίσης ανεκόπη από ατυχίες και από τον πόλεμο. Κατά την διάρκεια του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου ο οποίος φούντωσε τον Οκτώβρη του 1912, το Μακεδονία, που εξυπηρετούσε ως βοηθητικό μαζί με το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό, βυθίστηκε στην Σύρο καθώς το λιμάνι βομβαρδιζόταν από ένα οθωμανικό καταδρομικό. Το πλοίο αργότερα ανασύρθηκε αλλά πουλήθηκε το 1916.

Το Θεμιστοκλής, ναυπηγημένο το 1889 δεν διήρκεσε περισσότερο από έναν χρόνο στον στόλο του Εμπειρίκου. Παρουσίασε βλάβη στον κινητήρα τον Δεκέμβριο του 1915 καθώς ταξίδευε από τον Πειραιά προς την Νέα Υόρκη και τελικώς βυθίστηκε. Οι υπερατλαντικές υπηρεσίες συνέχισαν να λειτουργούν στην διάρκεια των αρχικών σταδίων του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, που η Ελλάδα είχε παραμείνει ουδέτερη. Πάντως, τελικώς ανασχέθηκαν από Συμμαχικές δυνάμεις που περιπολούσαν στις ελληνικές ακτές. Η Ελλάδα δεν εισήλθε επίσημα στον πόλεμο έως τον Ιούλιο του 1917, αλλά η εταιρεία έχασε αρκετά πλοία. Ένα εξ αυτών ήταν το 3.600 τόνων φορτηγό ‘Φρίξος’ το οποίο εξαφανίστηκε την Άνοιξη του 1917 μεταφέροντας σιτάρι από την Νέα Υόρκη στο Μάντσεστερ. Πιθανολογείται πως είχε βυθιστεί από ένα γερμανικό υποβρύχιο.

Περαιτέρω δύο νεότευκτα πλοία, το υπερωκεάνιο Βασίλισσα Σοφία και το επιβατηγό Κιλικία, δεν παρεδόθησαν από τους Βρετανούς ναυπηγούς εξαιτίας του πολέμου.

Ενώ η εταιρεία δεν έλαβε ποτέ όλες τις αποζημιώσεις που της οφείλονταν από τον πόλεμο, δεν ανεκόπη η επέκτασή της. Μέρος της ανάπτυξής της μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο προήλθε από μία θυγατρική εταιρία στο Λονδίνο, την Byron Steamship Company, η οποία ιδρύθηκε το 1917. Ο στόλος είχε αλλάξει την σημαία σε βρετανική και ο νέος φορέας, εκτός του ότι εξασφάλισε μια νέα εμπορική βάση στην Αγγλία, πληρούσε τις προϋποθέσεις για την απόκτηση πρώην γερμανικών πλοίων τα οποία είχαν παραχωρηθεί στην Βρετανία ως μέρος των αποζημιώσεων από τον πόλεμο.

Μολονότι ένα νέο υπερωκεάνιο, το Βύρων, είχε αποκτηθεί το 1922, η δεκαετία του ’20 σηματοδότησε μια κάμψη στις υπερατλαντικές υπηρεσίες. Η Εθνική Ατμοπλοΐα είχε να αντιμετωπίσει νέους ξένους ανταγωνιστές, καθώς επίσης κι ενέργειες από την Αμερική να ανακοπεί η εισροή μεταναστών. Προς το τέλος της δεκαετίας διαφάνηκε η Μεγάλη Ύφεση. Η εταιρεία η οποία στο αποκορύφωμά της απασχολούσε 1.500 ανθρώπους, τέθηκε υπό εκκαθάριση το 1935, μετά την οποία ο Λεωνίδας και οι αδελφοί του λειτουργούσαν φορτηγά ξεχωριστά.

Ασυνήθιστα, στην διάρκεια των πρώτων χρόνων του αιώνα όταν η οικογενειακή εταιρεία βρισκόταν στην δίνη της ανάπτυξης, ο Εμπειρίκος είχε επίσης επιδιώξει ενεργό εθνικό πολιτικό ρόλο. Ήταν σημαντικός υποστηρικτής και φίλος του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος υπηρέτησε πολλές θητείες ως πρωθυπουργός και συχνά θεωρείται δημιουργός της σύγχρονης Ελλάδας. Ο Εμπειρίκος εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων τρεις φορές, το 1910, το 1912 και το 1915.

Το 1916 έθεσε ένα πλοίο της Εθνικής Ατμοπλοΐας, το Εσπέρια, στην διάθεση του Βενιζέλου για να μεταφέρει τον ηγέτη και άλλα κορυφαία στελέχη στην Θεσσαλονίκη όπου είχε ανακηρυχθεί μια προσωρινή κυβέρνηση. Υπηρέτησε για ένα μικρό διάστημα στο υπουργικό συμβούλιο του Βενιζέλου, ως υπουργός επισιτισμού κι ανάμεσα στις ευθύνες που είχε αναλάβει ήταν η επίβλεψη των προμηθειών και η διανομή των τροφίμων. Για ένα διάστημα βοήθησε ιδιωτικά στον εφοδιασμό του ελληνικού στρατού.

Στην ακμή του ήταν μια σημαντική μορφή στην οικονομική ζωή της Ελλάδας πέρα από τα ναυτιλιακά. Στα 1917-19, δημιούργησε την Τράπεζα Εθνικής Οικονομίας, κι επίσης ίδρυσε και διηύθυνε δύο ασφαλιστικές εταιρίες, την Εθνική Ζωή και την Καλή Πίστις. Δύο επιχειρήσεις εμπορίας κάρβουνου δημιουργήθηκαν στο Αλιβέρι και στον Ωρωπό.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για μια πρώτης τάξεως υποδομή για την εξυπηρέτηση των αναγκών του στόλου της Εθνικής Ατμοπλοΐας, ηγήθηκε της ανάληψης από την οικογένεια Εμπειρίκου της εταιρείας ναυπηγοεπισκευών και μηχανολογικών εργασιών Βασιλειάδη στον Πειραιά. Η εταιρεία παρείχε νέες κατασκευές, μετασκευές και επισκευές με μόνιμες νηοδόχους για έως δύο πλοία των 3.500 τόννων το καθένα.

Στα κληροδοτήματά του συμπεριλαμβάνονται πολλές σημαντικές δωρεές και έργα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το νησί της Άνδρου. Το 1918, η κυβέρνηση τον έχρισε Διοικητή του Δεύτερου Τάγματος της Σωτηρίας.

Ο Εμπειρίκος εργάστηκε επίσης ώστε να δημιουργήσει μια εθνική ναυτιλιακή υποδομή. Το 1916 ήταν ο ιδρυτής της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ). Η θέση του στην ναυτιλιακή βιομηχανία ήταν τέτοια ώστε εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της ΕΕΕ και κράτησε αυτήν την θέση έως το 1920. Θεωρείται μία από τις ελάχιστες ναυτιλιακές προσωπικότητες της Ελλάδας των αρχών του 20ου αιώνα, που είχε ένα όραμα για τον ρόλο της ναυτιλίας στην εξέλιξη ενός νεοαναδυόμενου έθνους.

Έλεγε: «ο πόλεμος μας δίδαξε πως η ανεξαρτησία μας, αν όχι η ύπαρξή μας, εξαρτάται από την ναυτιλία».

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Λεωνίδας Α. Εμπειρίκος εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου και απεβίωσε το 1948.